Ο Λιάρος είναι ένα πολύ κοινό φυτό στην Κέρκυρα που δύσκολα περνά απαρατήρητο. Τα τριγωνικά του φύλλα ξεπηδούν μέσα από την βλάστηση, θυμίζοντας συχνά το κεφάλι φιδιού. Στην ομοιότητα αυτή οφείλει πιθανότατα και τις λαϊκές ονομασίες που του έχουν δοθεί, όπως Φιδόχορτο, Αυγό του Φιδιού, Δρακοντιά κτλ. Οι έντονα κόκκινοι καρποί του τραβούν εύκολα την προσοχή, ειδικά των μικρών παιδιών. Η φύση βέβαια, επικοινωνεί την επικινδυνότητα του, αλλά δυστυχώς, πολλοί λίγοι άνθρωποι θυμούνται σήμερα τη γλώσσα της. Τα έντονα και λαμπερά κόκκινα χρώματα σε φυτά και έντομα σημαίνουν τις περισσότερες φορές την ύπαρξη τοξικών ουσιών που μπορούν ακόμα και να σκοτώσουν και έχουν σκοπό το μήνυμα να γίνεται εύκολα αντιληπτό, ώστε να αποφεύγεται η δαπάνη ενέργειας σε συγκρούσεις χωρίς νόημα. Ο νικητής θα πεθάνει από την επαφή με το τρόπαιο του και στην πραγματικότητα, από τον πόλεμο αυτό θα βγουν όλοι χαμένοι.
Οι παλιοί μας στην Κέρκυρα τα ήξεραν όλα αυτά και τα μικρά παιδιά μάθαιναν από νωρίς να αποφεύγουν το φυτό. Ατυχήματα βέβαια, πάντα συνέβαιναν για τον ένα ή τον άλλο λόγο.
Στην Ήπειρο, ο Λιάρος χρησιμοποιήθηκε πολύ θεραπευτικά. Σε περιόδους πείνας, η ρίζα του που είναι πλούσια σε άμυλο γινόταν αλεύρι για ψωμί μετά από επεξεργασία που αδρανοποιούσε τις τοξικές ουσίες. Στο Ζαγόρι, η ρίζα γινόταν μετά από επεξεργασία, αλοιφή για πόνους στις αρθρώσεις.
Η ρίζα είναι καυστική και η επαφή ή κατάποση προκαλεί μεταξύ άλλων, έντονο κάψιμο, φουσκάλες, οίδημα και την αίσθηση ότι το δέρμα ή ο βλεννογόνος τσιμπιέται με καυτές βελόνες.
Στην Κέρκυρα έχει καταγραφεί μία μαρτυρία θεραπευτικής χρήσης του Λιάρου από μία ηλικιωμένη κυρία στο λιβάδι του Ρόπα, που δυστυχώς δεν γνωρίζω το όνομα της αφού η συζήτηση έγινε σε μία τυχαία συνάντηση με την φίλη μου Ελένη Ζούμπου.
“Την ημέρα λοιπόν που πήγα για το σύμφυτο, συνάντησα μία κυρία η οποία είχε πρόβατα και μου είπε ότι «ασχολούμαι κι εγώ με τα βότανα». Μου έδειξε λοιπόν το λιάρο, μου είπε ότι το λένε φιδόχορτο και ότι πριν από τριάντα χρόνια, αυτή είχε τρομερά προβλήματα με το λαιμό της. Χειμώνα, καλοκαίρι και με σαράντα βαθμούς έξω, αυτή καιγότανε με σαράντα βαθμούς μέσα από τον πολύ πυρετό. Συνάντησε λοιπόν μία ηλικιωμένη κυρία, η οποία της είπε ότι «θα σου δώσω εγώ κάτι και θα σου περάσει». Είχε λοιπόν, ρίζα του λιάρου, το κρεμμύδι του αποξηραμένο. Της έδωσε ένα κομματάκι μεγάλο όσο ένα νύχι. Έτσι μου το περιέγραψε. Τόσο, όσο ένα νύχι. Και της είπε ότι θα το μασήσεις αυτό και θα το καταπιείς. Όμως, να είσαι σπίτι σου διότι ενδέχεται αυτό να σε κάψει. Καίει… Όταν το μασήσεις, θα σε κάψει, αλλά εσύ να το μασήσεις και θα με θυμηθείς. Μου είπε λοιπόν, ότι πήγε σπίτι. Όντως φοβότανε να το φάει με την περιγραφή που της είχε κάνει η ηλικιωμένη, αλλά παραύτα είπε ότι δεν έχω τίποτα να χάσω…τόσο πολύ που ταλαιπωριέμαι με αυτόν το λαιμό. Το μάσησα, μου είπε…το κατάπια… όντως, έκαιγε πάρα πολύ, όμως τριάντα χρόνια τώρα δεν με πείραξε ποτέ ο λαιμός μου. Αυτό ήταν η καταγραφή της.”
Αυτού του είδους οι μαρτυρίες καταγράφονται ως ενδεικτικές των δυνατοτήτων των φυτών και της σοφίας των παλιών, αλλά φυσικά, στην εποχή μας δεν υπάρχει λόγος να καταφύγει κανείς σε αυτές. Εκτός του ότι υπάρχουν πιο ασφαλείς μέθοδοι θεραπείας, η γνώση που έχουμε σήμερα για τα φυτά αυτά είναι ελλιπής και αποκομμένη από το πλαίσιο της ελληνικής παραδοσιακής βοτανοθεραπείας, με αποτέλεσμα το οποιοδήποτε πείραμα να είναι από επικίνδυνο, έως και μοιραίο. Ακόμα και εκείνη την εποχή, γνώση της χρήσης των τοξικών φυτών είχαν συγκεκριμένοι άνθρωποι με ειδική εκπαίδευση είτε γιατί προέρχονταν από οικογένεια βοτανοθεραπευτών, είτε γιατί η ζωή τους έφερε κοντά σε κάποιον έμπειρο παραδοσιακό βοτανοθεραπευτή που ανέλαβε την εκπαίδευση τους.
Αιτία της σημερινής ανάρτησης είναι μία καινούρια μαρτυρία της μητέρας της φίλης μου Μαίρης Ανδριώτη από τον Άη Μαθιά. Η μαρτυρία αυτή έχει να κάνει με την αντιμετώπιση περιστατικών κατάποσης λιάρου από μικρά παιδιά.
«Σου έχω φέρει ένα φυτό από το Πρασούδι που λέγεται Καριοφίλι. Η μαμά μου είπε ότι όταν ήταν μικρός ο θείος μου, έφαγε κατά λάθος γιάρο και έπαθε έγκαυμα στο στόμα. Του έδωσαν αμέσως, να μασήσει καριοφίλι και του έβρασαν να πιει και το έκαναν κομπρέσες. Μετά από λίγες ώρες, του πέρασε το έγκαυμα.»
Το Καριοφίλι είναι ένα φυτό που δεν το γνωρίζω καλά. Μου είχαν δώσει και στο παρελθόν μία γλάστρα με καριοφίλι, σαν ένα βότανο που χρησιμοποιούν πολύ στην Ήπειρο. Το άρωμα του είναι πιπεράτο και ζεστό.
Η επιστημονική ονομασία του φυτού είναι Tanacetum balsamita. Στη Βικτωριανή εποχή καλλιεργούνταν στους κήπους της Ευρώπης για την χρήση του στην μαγειρική. Τα αρωματικά φύλλα του έμπαιναν σε σαλάτες, σούπες και σάλτσες, αλλά η πιο ιδιαίτερη χρήση του ήταν σαν σελιδοδείκτης σε βιβλία, και κυρίως στην Αγία Γραφή. Τα αποξηραμένα φύλλα αρωμάτιζαν τις σελίδες και κυρίως, κρατούσαν τα έντομα μακριά. Στα αγγλικά, το φυτό είναι γνωστό με την ονομασία Bible Leaf, ακριβώς για τον παραπάνω λόγο. Τα φύλλα του αρωμάτιζαν και την μπύρα σε πολλές περιοχές της Αγγλίας.
Το Καριοφίλι είναι ένα στυπτικό φυτό και έχει αντιμικροβιακές ιδιότητες. Τα φύλλα του ως κατάπλασμα ή κομπρέσα χρησιμοποιούνται σε τραύματα, τσιμπήματα από έντομα, εγκαύματα και οιδήματα. Σαν αλοιφή καταπραΰνει μυοσκελετικούς πόνους δημιουργώντας τοπικά υπεραιμία. Είναι ένα θερμαντικό βότανο που διώχνει το κρύο από τον οργανισμό.
Βιβλιογραφία
Mάλαμας Μιχαήλ, Η λαϊκή βοτανοθεραπευτική στο Ζαγόρι, Ιωάννινα, 1982
Mrs. M Grieve, A Modern Herbal, Dover Publications, New York, 1931